Βυζάντιο, 6ος μ.Χ. αιώνας και ο Αυτοκράτωρ Μιχαήλ ο Β΄ συγκαλεί σύναξη για την εκλογή συζύγου του Αντιβασιλέως Θεοφίλου, ο οποίος αν και γοητεύεται από τη μόλις δεκαεννιάχρονη πριγκίπισσα Κασσιανή, επιλέγει τελικά τη Θεοδώρα. Ο στρατηγός του Ακύλλας, που είναι ερωτευμένος με την Κασσιανή, διορίζεται διοικητής των δυνάμεων της Σικελίας και πριν αναχωρήσει αποσπά την υπόσχεση της Κασσιανής ότι θα τον παντρευτεί, παρ’όλο που δεν τον αγαπά. Στη Σικελία τον ερωτεύεται η αρχόντισσα Ειρήνη, αλλά εκείνος δεν ξεχνά την Κασσιανή. Ο Θεόφιλος συναντά κρυφά την Κασσιανή η οποία έχει αρχίσει να γράφει θρησκευτικούς ύμνους. Οι φήμες ότι η Κασσιανή είναι ερωμένη του Αντιβασιλέως φτάνουν στα αυτιά του Ακύλλα, ο οποίος έρχεται εσπευσμένα στην Κωνσταντινούπολη με σκοπό να θανατώσει τον Θεόφιλο, αλλά βρίσκει ο ίδιος το θάνατο απ’ τους φρουρούς του παλατιού. Μετά απ’ αυτό, η Κασσιανή κλείνεται διά παντός σε μοναστήρι και επιδίδεται στην υμνογραφία.