Μια αφελής και χαρίεσσα κοπέλα από την επαρχία με πατέρα μισότρελο και αλκοολικό, η Βασούλα, κάνει κονσομασιόν σ’ ένα καμπαρέ της Γλυφάδας, όπου την εκμεταλλεύεται ένα απ’ τα συνήθη μούτρα, ο Μεμάς. Κάποτε γνωρίζει ένα φοιτητή, τον Λευτέρη, ο οποίος καταζητείται για τον τραυματισμό ενός ναύτη του 6ου Στόλου. Ένα δυνατό αίσθημα φουντώνει ανάμεσά τους. Ο Λευτέρης μαθαίνει στη Βασούλα ποια είναι τα δικαιώματά της στη ζωή, όταν όμως συλλαμβάνεται και κλείνεται στη φυλακή, ο Μεμάς ξαναέχει του χεριού του την κοπέλα και συνεχίζει να την κακομεταχειρίζεται. Η Βασούλα το σκάει και πηγαίνει να ζήσει με τη μητέρα του. Προσπαθεί να βγάλει τίμια το ψωμί της, αλλά ο Μεμάς την ανακαλύπτει και την εξαναγκάζει και πάλι να πουλάει το κορμί της, μέχρι που η Βασούλα νιώθει πως η μόνη λύτρωση θα επέλθει αν βγάλει για πάντα απ’ τη μέση τον δυνάστη της. Τον σκοτώνει κι έτσι οδηγείται κι αυτή στη φυλακή.