Η ταινία βασίζεται στην ομώνυμη νουβέλα του Ηλία Βενέζη και απηχεί τη βαθύτατη πικρία της Μικρασιατικής Καταστροφής. Ο γιατρός Δημήτρης Βελλής και η αρκετά νεότερη γυναίκα του Ειρήνη, που προέρχονται απ’ τη Μικρασία, εγκαθίστανται στην Ανάβυσσο, όπως και πολλοί άλλοι πρόσφυγες. Η Ειρήνη, αντί να καλλιεργήσει διατροφικά είδη –σιτηρά, αμπέλια ή κηπευτικά–, όπως συστήνει η κυβέρνηση, προτιμάει να ασχοληθεί με την καλλιέργεια τριαντάφυλλων. Οι συγχωριανοί τους έχουν τα δικά τους προβλήματα: ο Φώτης Γλάρος, σκάβοντας μια μέρα το χωράφι του, βρίσκεται μπροστά σ’ ένα αρχαίο άγαλμα, αλλά αποκρύπτει επιμελώς το γεγονός. Μια κυρία, που περιμένει εναγωνίως την επιστροφή του γιου της από το μέτωπο, μαθαίνει τη δυσάρεστη είδηση του θανάτου του. Ο Δημήτρης αισθάνεται ότι ο γάμος του έχει ναυαγήσει, και απ’ την άλλη δεν μπορεί να συνεννοηθεί με τους άλλους μικρασιάτες πρόσφυγες. Η Ειρήνη, νιώθοντας το αδιέξοδο, σε μια στιγμή απόγνωσης ξεριζώνει τις τριανταφυλλιές. (Για την ταινία και την περίοδο των γυρισμάτων της, υπάρχει ένα ημερολόγιο του Γκρέκορυ Μαρκόπουλου. Ο Τζαίημς Πάρις είχε καλέσει τον νεαρό τότε Μαρκόπουλο απ’ την Αμερική, για να σκηνοθετήσει την ταινία. Το αποτέλεσμα όμως της δουλειάς δεν ικανοποίησε τον νεαρό σκηνοθέτη ο οποίος και διέκοψε τη συνεργασία προς το τέλος των γυρισμάτων. Ο Πάρις έκανε κάποιες συμπληρωματικές λήψεις με τη συνδρομή του Γρηγόρη Γρηγορίου, ο οποίος ανέλαβε και το μοντάζ, αλλά και πάλι το αποτέλεσμα δεν ήταν ικανοποιητικό, τουλάχιστον από εμπορική άποψη. Άλλωστε η ταινία δεν βγήκε ποτέ στις αίθουσες.)