Σ’ ένα χορό μεταμφιεσμένων, μια νεαρή σπουδάστρια της Σχολής Καλών Τεχνών, η Μίνα, ντυμένη καλόγρια, συναντά τον άνδρα των ονείρων της. Αυτός είναι ντυμένος ρωμαίος, ονομάζεται Πέτρος κι εργάζεται ως υπάλληλος σε κάποια εταιρεία. Κανονίζουν να ξαναβρεθούν. Καθώς όμως δεν φορούν τα γυαλιά τους, τη στιγμή της συνάντησης όχι μόνο δεν αλληλοαναγνωρίζονται, αλλά καβγαδίζουν κι από πάνω. Το ίδιο συμβαίνει και με τις μητέρες αμφοτέρων, οι οποίες επίσης καβγαδίζουν διαρκώς, χωρίς ωστόσο να εμποδίζουν τα παιδιά τους να παντρευτούν και να συζήσουν ( με τις μανάδες τους και τον αλλοπαρμένο σαξοφωνίστα αδελφό της Μίνας), σ’ ένα φτωχό διαμερισματάκι. Οι καβγάδες βέβαια δεν σταματούν και οι αντιξοότητες της ζωής οδηγούν το ζευγάρι τάχιστα στο χωρισμό, προς μεγάλη ικανοποίηση των πεθερικών. Όμως, στον επόμενο χορό μεταμφιεσμένων, μασκαρεμένοι και πάλι με τα ίδια ρούχα, θα αναλογιστούν τα καμώματά τους, και με ωριμότερες τώρα σκέψεις θα οδηγηθούν και πάλι στην εκκλησία.