Στην αίθουσα του δικαστηρίου, ο νέος δικηγόρος Νίκος Μουσχουντής (Ανδρέας Μπάρκουλης) εκπροσωπεί τον βιομήχανο Ορέστη Βαλσάμη, με κατηγορούμενο τον χωροφύλακα Δημήτρη Κωνσταντίνου, για συκοφαντική δυσφήμηση. Το πάθος με το οποίο ο κατηγορούμενος επιμένει να χαρακτηρίζει τον πελάτη του Μουσχουντή μεγαλέμπορο ναρκωτικών, παρότι δεν διαθέτει τα απαιτούμενα αποδεικτικά στοιχεία, κατασυγκινεί τον νεαρό δικηγόρο. Μετά την καταδίκη του Κωνσταντίνου, αναλαμβάνει να τον υπερασπιστεί στο Εφετείο και κατορθώνει να συλληφθεί επ’ αυτοφώρω ο Βαλσάμης. Ακολούθως, εγκαταλείπει τη δικηγορία και κατατάσσεται ως ανθυπομοίραρχος στη χωροφυλακή. Απ’τη θέση αυτή, αντιμετωπίζει με επιείκεια τους μικροκακοποιούς, η κήρυξη όμως του πολέμου τον στέλνει στο αλβανικό μέτωπο, με το βαθμό του υπολοχαγού, όπου και τραυματίζεται. Ερωτεύεται μια νοσοκόμα, τη Μαρίνα, η οποία του συμπαραστέκεται, αλλά τραυματίζεται κι αυτή με τη σειρά της, και έτσι χάνονται. Ο Νίκος συνεχίζει τον αγώνα από τη θέση του αρχηγού μιας αντιστασιακής ομάδας. Η απελευθέρωση τον βρίσκει διοικητή της χωροφυλακής Θεσσαλονίκης. Αντιμετωπίζει πάντα με ανθρωπιά τους μικροκακοποιούς και συμβάλλει στη διαλεύκανση της υπόθεσης του αμερικανού δημοσιογράφου Πολκ, ο οποίος δολοφονήθηκε από τους ανθρώπους που θα τον οδηγούσαν να συναντήσει τον Βαφειάδη. Ξαναβρίσκει τη Μαρίνα, η οποία κάνει κονσομασιόν σε ένα κέντρο, έχοντας πάρει το όνομα Βίκυ, η οποία όμως δεν τον αναγνωρίζει. Ακούει τη θλιβερή ιστορία της, προσπαθεί να την εμψυχώσει και την αφήνει, για να επιστρέψει στο γραφείο του και να πεθάνει. Οι τελευταίες επιθυμίες του, ως υποδειγματικού λειτουργού, αφορούσαν στην εκπλήρωση ορισμένων υποχρεώσεών του απέναντι σε συνανθρώπους του.