Ο Γιώργος Οικονόμου, γέννημα θρέμμα της Νέας Ανάστασης, μιας συνοικίας δυτικά της Αθήνας, ανώτερος υπάλληλος στη ΔΕΗ, πλουτίζει πουλώντας παράνομα ρεύμα σε αυθαίρετα. Χωρίζει τη γυναίκα του, Καίτη, για τα μάτια μιας όμορφης Ουκρανής κρουπιέρισσας, ρίχνει μαύρη πέτρα πίσω του και ζει μεγαλεία στην Εκάλη. Περνάει μια χλιδάτη ζωή, ασχολείται με επιχειρήσεις και παρόλο που γίνεται ζάπλουτος, δε δίνει δεκάρα στους συγγενείς και φίλους της παλιάς γειτονιάς που τον έχουν ανάγκη. Τζογαδόρος και ριψοκίνδυνος όμως, μένει στην ψάθα, μετά από αποτυχημένες επενδύσεις. Η Ουκρανή τον παρατά και εκείνος μην έχοντας που αλλού να πάει αναγκάζεται να γυρίσει στην Νέα Ανάσταση και να ζητήσει άσυλο στο σπίτι της αδερφής του Ελένης. Η Ελένη, μανάβισσα της περιοχής και ο άντρας της, ο Λάμπρος, υδραυλικός, νομίζοντας ότι είναι ακόμη πλούσιος, προφασίζονται ότι ξεχνούν το παρελθόν και τον καλοδέχονται με σκοπό το χρήμα. Το ίδιο και οι κάτοικοι της περιοχής, οι οποίοι με προτροπή του εκδότη Βύρωνα Πολίτη, οργανώνουν γιορτή για το καλωσόρισμα του ευεργέτη. Η Ελένη, ο Λάμπρος, η Καίτη, ο Νίκος και ο Τάκης, ιδιοκτήτες του γραφείου τελετών "Καληνύχτα Ζωή", ο ιδιωτικός ντετέκτιβ Θανάσης με τη γυναίκα του Αφροδίτη, ο Κώστας ο φιλόλογος και ο δίδυμος αδερφός του Κλεάνθης και όλοι οι άλλοι κάτοικοι της περιοχής μαζεύονται στην πλατεία για να γιορτάσουν την επιστροφή του ευεργέτη Γιώργου. Ο Γιώργος μη μπορώντας να πει την αλήθεια, τάζει λαγούς με πετραχήλια και δίνει στους κατοίκους της Νέας Ανάστασης το όραμα μια καλύτερης ζωής που τόσο χρειάζονται και το πλήθος ταυτίζεται μαζί του. Τι θα γίνει όταν οι συγγενείς και οι φίλοι μάθουν ότι ο Γιώργος έχει χάσει όλη την περιουσία του;