Ο Αργύρης, ο πρόσφατα αποφυλακισμένος φίλος του Ανδρέας, η Μαρίνα και η Σοφία, αποτελούν μια παρέα που ζει σε μια μονοκατοικία. Έχουν φτάσει σ’ ένα συναισθηματικό αδιέξοδο κι αναζητούν κάτι πάνω στο οποίο θα ακουμπήσουν, κάτι για το οποίο θα άξιζε ακόμα και να πεθάνουν. Σέρνοντας πίσω τους ένα πολυτάραχο παρελθόν, επιδίδονται σε παντοειδείς απρέπειες: τρώνε σε πολυτελή εστιατόρια χωρίς να πληρώνουν, κλέβουν τρόφιμα από σούπερ μάρκετ, ρούχα από καταστήματα, λίρες από χρηματοκιβώτια, λεφτά από φίλους, παίζουν σε πορνοταινίες (ο Ανδρέας κι ο Αργύρης), ή χρηματοδοτούν μια παράνομη αντιεξουσιαστική οργάνωση (η Σοφία). Η αντισυμβατική συμπεριφορά τους τραβάει την προσοχή των αρχών, οι οποίες τους θέτουν υπό διακριτική παρακολούθηση. Μια ομάδα αστυνομικών περιτριγυρίζει το σπίτι τους, υπό την ηγεσία ενός ξανθού άνδρα, περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για να επέμβει. Η επέμβαση –και το χωρίς κάθαρση τέλος– θα επέλθει μετά τη δολοφονία του ξανθού αστυνομικού, από τη Σοφία, η οποία έτσι εκδικείται την κακοποίηση της Ρόζας, της πρωταγωνίστριας ενός πορνό, η οποία είχε συνδεθεί με την παρέα και τους είχε πείσει να ληστέψουν έναν πλούσιο πελάτη της. Ο κυνισμός, ο σαρκασμός, αλλά και κάποιος απελπισμένος ρομαντισμός, κινούν τον ψυχισμό των ηρώων, έξω και πέρα απ’ τα καθιερωμένα της ζωής – εκεί όπου παραμονεύει ο θάνατος.