Ο Ιάσων Φιλίππου μόλις έχει απολυθεί από το στρατό κι επιστρέφει στη Ρόδο. Στο μπαρ του πλοίου γνωρίζεται με έναν επαγγελματία ζιγκολό, τον Κώστα Μακρή, και λίγο αργότερα στο κατάστρωμα του πλοίου με μια παντρεμένη πλούσια Ροδίτισσα, τη Μάρθα Φωκά, η οποία τον καταγοητεύει. Στο νησί, δεν αργούν να συναντηθούν και να ζευγαρώσουν, ενώ η Μάρθα του γνωρίζει και τον σύζυγό της, έναν κυνικό τύπο ο οποίος της κάνει τη ζωή μαύρη. Ο Κώστας, ο οποίος αρχικά είχε προσληφθεί από τον άντρα της Μάρθας για να την παρακολουθεί, αλλά κατέστη εραστής της στη συνέχεια, μαζί με τη Μάρθα σχεδιάζουν να βγάλουν από τη μέση τον Φωκά και να ενοχοποιήσουν τον Ιάσονα, τόσο για το φόνο, όσο και για την κλοπή οικογενειακών κοσμημάτων. Ο Φωκάς, που υποψιάζεται την όλη πλεκτάνη, σκοτώνει τη γυναίκα του και τραυματίζει τον Κώστα, ο οποίος καταφεύγει σε ένα νοικιασμένο γιοτ. Ο Ιάσων συλλαμβάνεται για το φόνο της Μάρθας, έχει όμως ατράνταχτο άλλοθι, καθώς την ώρα του εγκλήματος ήταν με μια πλούσια νέα, την Ελπίδα Αυγέρη, την οποία σκοπεύει να παντρευτεί. Όταν ο Κώστας συλλαμβάνεται κι ομολογεί, ο εισαγγελέας δίνει εντολή να αφεθεί ελεύθερος ο Ιάσων, κι αυτός τρέχει στην αγκαλιά της Ελπίδας.