Μακεδονία, Καστοριά, αρχές του 20ου αιώνα. Ένας φτωχός έλληνας ψαράς, ο Αποστόλης, πασχίζει καθημερινά για να θρέψει την πολυμελή οικογένειά του και υφίσταται καρτερικά την αδυσώπητη καταπίεση των Τούρκων. Ο ιχθυέμπορας Χασάν αποφεύγει συστηματικά να τον πληρώσει και όταν πιέζεται γι’ αυτό τον καταδίδει για ανταρσία. Ο μεγαλύτερος γιος του Αποστόλη, ο Χρήστος, που τον βοηθά στο ψάρεμα, ανακαλύπτει σ’ ένα παρακείμενο χαμόσπιτο της λίμνης έναν λαβωμένο κι αποκομμένο από την ομάδα του αγωνιστή, και νιώθει να ξυπνά μέσα του η λαχτάρα της ελευθερίας. Φροντίζει όσο μπορεί τον πληγωμένο και προσπαθεί, ανεπιτυχώς όμως, να τον βοηθήσει με τη συνδρομή του παππού του. Η σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσά τους είναι καθ’όλα άδολη και ειλικρινής αλλά, όταν η πληγή του αγωνιστή κακοφορμίζει κι εκείνος αποφασίζει να δώσει τέλος στη ζωή του, ο Χρήστος αρπάζει το όπλο και τη χλαίνη του, και βγαίνει στο κλαρί. Είναι αποφασισμένος να πολεμήσει τον κατακτητή και να αγωνιστεί για τη λευτεριά και την προκοπή του τόπου του.